Η έρευνα «Settling Well in Regional Australia», μια πολυετής και πολυτοπική μελέτη με επικεφαλής ερευνητές του University of Wollongong, δείχνιε επίσης οι ίδιες οι κοινότητες που υποδέχονται τους πρόσφυγες βλέπουν σημαντικά οφέλη: από την ενίσχυση του εργατικού δυναμικού μέχρι το «ζωντάνεμα» σχολείων, συλλόγων και τοπικής αγοράς.
Η έρευνα έγινε σε συνεργασία με φορείς εγκατάστασης και κυβερνητικούς εταίρους. Το βασικό συμπέρασμα, στο μέσο της ερευνητικής διαδρομής, είναι σαφές: η εγκατάσταση στην περιφέρεια μπορεί να λειτουργήσει ως «ιστορία επιτυχίας» υπό προϋποθέσεις.
Στην έρευνα συμμετείχαν 628 άνθρωποι από 32 χώρες, που ζουν σε περιοχές όπως Mildura, Nhill, Townsville, Rockhampton, Orange, Cowra και Albury–Wodonga.
Το 97% όσων ερωτήθηκαν δήλωσαν ότι η εμπειρία εγκατάστασης σε περιφερειακή πόλη ήταν «καλή», ενώ το 76% ανέφερε ότι σκοπεύει να παραμείνει μακροπρόθεσμα στον τόπο όπου ζει.
Αντίστοιχα, το 88% θεωρεί ότι η πόλη τους είναι «καλό μέρος για να ζεις» και το 84% ότι «ανήκει» εκεί, ένας δείκτης που, για τους ειδικούς της ένταξης, συχνά λέει περισσότερα από τις τυπικές μετρήσεις απασχόλησης.
Η οργάνωση AMES Australia στοχεύει στην ενίσχυση των πολυπολιτισμικών κοινοτήτων με την δημιουργία ευκαιριών για τους πρόσφυγες και τους ντόπιους κατοίκους αλλά και ένα αίσθημα ανήκειν για τους νεοαφιχθέντες στην Αυστραλία.
Ο Laurie Nowell είναι υπεύθυνος δημοσίων σχέσεων της οργάνωσης και λέει στο ABC πως υπάρχει η αίσθηση ότι η κοινότητα καταφέρνει κάτι καλό με την εγκατάσταση των προσφύγων.
Περίπου 40% των ερωτηθέντων είναι εργαζόμενοι και 30% άνεργοι που αναζητούν εργασία, με συχνές ειδικότητες σε κρέατα/βιομηχανίες τροφίμων, καθαρισμούς, υποστήριξη αναπηρίας, φροντίδα ηλικιωμένων και νοσηλευτική.
Η παρουσία πρώην προσφύγων, σύμφωνα με το πόρισμα, συμβάλλει στη διατήρηση βιώσιμων σχολείων, αθλητικών συλλόγων και επιχειρήσεων που σε άλλες συνθήκες θα κινδύνευαν από τη συρρίκνωση. Παράλληλα, ενισχύεται η κατανάλωση στην τοπική αγορά και δημιουργούνται νέες μικρές επιχειρηματικές πρωτοβουλίες.
Κομβικό ρόλο, όπως υπογραμμίζουν οι ερευνητές, παίζει και ο πολιτισμός της καθημερινότητας: κουζίνες, γιορτές, πρακτικές, «μικρές» ανταλλαγές που λειτουργούν ως γέφυρες.
Δεν είναι τυχαίο ότι το φαγητό αναδεικνύεται ως «ισχυρό μέσο πολιτισμικής ανταλλαγής», ακριβώς επειδή δημιουργεί κοινό χώρο συνάντησης χωρίς να απαιτεί «τέλεια» γλωσσική επάρκεια από την πρώτη μέρα.
Το 50% των ερωτηθέντων αναφέρει ότι έχει βιώσει διακρίσεις ή ρατσισμό στην πόλη του, συχνότερα στον δρόμο, στον χώρο εργασίας ή στα μέσα μεταφοράς.
Ακόμη πιο ανησυχητικό: 3 στους 10 δηλώνουν ότι μέσα στους τελευταίους 12 μήνες έμειναν χωρίς γεύματα λόγω έλλειψης χρημάτων.
Στο στεγαστικό, τα δεδομένα αποτυπώνουν έναν γενικευμένο πονοκέφαλο που δεν αφορά μόνο πρόσφυγες, αλλά τους χτυπά συχνά πιο σκληρά: πάνω από τους μισούς (53%) λένε ότι ήταν «δύσκολο ή πολύ δύσκολο» να βρουν στέγη στην πόλη τους, σε μια περίοδο όπου η ευρύτερη στεγαστική κρίση συμπιέζει την προσφορά και ανεβάζει κόστος.
Ο Laurie Nowell λέει πως το περίπου το ένα τέταρτο έχει ήδη αγοράσει σπίτι, το 70% έχει παρακολουθήσει μαθήματα αγγλικών μετά την άφιξή του, το 80% αξιολογεί την υγεία του ως καλή.
Σε οικονομικό επίπεδο, το 67% δηλώνει «εύπορο» ή «αρκετά άνετο» με βάση τις ανάγκες του.
Τα αγγλικά αναδεικνύονται σε κλειδί όχι μόνο για δουλειά, αλλά για αυτονομία στην καθημερινότητα και δημιουργία σχέσεων.
Τα μαθήματα αγγλικών, ωστόσο, δεν έχουν την ίδια λειτουργία για όλους: για μεγαλύτερους σε ηλικία συχνά είναι και χώρος κοινωνικής επαφής· για νεότερους, που «τρέχουν» να μπουν σε εκπαίδευση ή εργασία, το κοινωνικό κομμάτι μπορεί να μοιάζει ανεπαρκές.
Πολλοί συμμετέχοντες δηλώνουν ότι εκτιμούν το Medicare και τις βασικές υποδομές υγείας, όμως συναντούν αναμονές, έλλειψη πολιτισμικής επάρκειας, δυσκολία πρόσβασης σε ειδικούς (συχνά διαθέσιμους μόνο στις μεγάλες πόλεις) και εμπόδια διερμηνείας.
Ένα από τα πιο ενδιαφέροντα ευρήματα είναι οι συνδέσεις με Αβορίγινες και Νησιώτες του Στενού Τόρες.
Οι ερευνητές καταγράφουν ότι αρκετοί πρώην πρόσφυγες αναγνώρισαν ομοιότητες στον τρόπο που αντιλαμβάνονται τη γη, το χώμα και τη σημασία του τόπου μια «τοποκεντρική» σχέση που μπορεί να γίνει βάση αμοιβαίου σεβασμού, εφόσον υπάρχουν οργανωμένες ευκαιρίες γνωριμίας και σωστή προετοιμασία.






