Τα στατιστικά στοιχεία δείχνουν πως το 2024 οι εγγεγραμμένοι μαθητές σε προγράμματα κατ’ οίκον εκπαίδευσης ήταν σχεδόν διπλάσιοι σε σύγκριση με το 2020.
Αν και υπήρχαν πάντα οικογένειες που ιδεολογικά προτιμούσαν την εκπαίδευση στο σπίτι, η πλειονότητα των νέων περιπτώσεων αφορά γονείς που δεν είχαν ποτέ σχεδιάσει να γίνουν δάσκαλοι και να να διδάσκουν τα παιδιά τους.
Πρόκειται για τους λεγόμενους «τυχαίους» ή «ακούσιους» γονείς, οι οποίοι οδηγήθηκαν σε αυτή την επιλογή αυτή της διδασκαλίας.
Υπάρχουν διάφοροι λόγοι που τους οδήγησαν σε αυτήν την επιλογή:
-Τα περιστατικά σχολικής βίας και εκφοβισμού, του γνωστού μας bulling που έπεσαν θύματα τα παιδιά τους.
-Η νευροδιαφορετικότητα των παιδιών, δηλαδή μαθητές και μαθήτριες που έχουν είτε δυσλεξία είτε αυτισμός είτε κάποια άλλη φυσιολογική ανθρώπινη παραλλαγή.
-Ένας άλλος λόγος είναι η αδυναμία των παιδιών να προσαρμοστούν στη δομή του παραδοσιακού σχολείου.
Η Δρ. Μαίρη Ρεβέκκα Ίνγκλις (Rebecca English), ανώτερη λέκτορας στο Πανεπιστήμιο Τεχνολογίας της Κουηνσλάνδης (QUT), εξηγεί ότι το 80% των οικογενειών που στρέφονται στην κατ’ οίκον εκπαίδευση ανήκουν σε αυτή την κατηγορία.
Ενδεικτικό είναι ότι το ένα πέμπτο των γονιών που εκπαιδεύουν στο σπίτι είναι ήδη εκπαιδευτικοί, γεγονός που τους διευκολύνει στην προσαρμογή προγραμμάτων σπουδών και στην πλοήγηση στη γραφειοκρατία των αιτήσεων.
Ωστόσο, οι διαδικασίες δεν είναι απλές: σε ορισμένες πολιτείες, όπως η Νέα Νότια Ουαλία, οι οικογένειες περιμένουν ακόμη και μήνες για να λάβουν έγκριση εγγραφής.
Η πανδημία της COVID-19 λειτούργησε ως καταλύτης. Η αναγκαστική τηλεκπαίδευση έφερε πολλούς γονείς μέσα στις «ψηφιακές αίθουσες» και τους έδωσε άμεση εικόνα για το πώς λειτουργεί η εκπαίδευση. Πολλοί συνειδητοποίησαν ότι μπορούν να προσφέρουν στα παιδιά τους μια πιο εξατομικευμένη μαθησιακή εμπειρία.
Η πολιτεία του Queensland παρουσιάζει τη μεγαλύτερη αύξηση στην κατ’ οίκον εκπαίδευση: 163% από το 2020. Οι λόγοι ποικίλλουν.
Σύμφωνα με τη δρ. Ίνγκλις, η Κουηνσλάνδη έχει μακρά ιστορία τριβών με το κρατικό σχολικό σύστημα, ενώ η αντίθεση στα εμβόλια και οι χαμηλότεροι δείκτες εμβολιασμού σε περιοχές όπως η Βρισβάνη και το Sunshine Coast φαίνεται να συνέβαλαν στην αύξηση.
Επιπλέον, η ύπαρξη μιας «ζωντανής κοινότητας» γονέων που στηρίζουν το homeschooling δημιουργεί αίσθηση ασφάλειας και προσελκύει νέες οικογένειες.
Ωστόσο, πέρα από τις ιδεολογικές ή κοινωνικές αιτίες, ο κυριότερος παράγοντας είναι το φαινόμενο του «school refusal» — η άρνηση των παιδιών να πάνε σχολείο.
Πρόκειται για παιδιά που υποφέρουν από κοινωνικό άγχος, έχουν βιώσει εκφοβισμό ή είναι νευροδιαφορετικά και δεν μπορούν να προσαρμοστούν.
Η εμπειρία αυτών των οικογενειών αναδεικνύει τα όρια της δημόσιας εκπαίδευσης.
Παρά τις προσπάθειες, οι πόροι των δημόσιων σχολείων δεν επαρκούν για να στηρίξουν όλα τα παιδιά, ιδιαίτερα τα νευροδιαφορετικά. Η αίσθηση ότι «τιμωρούνται» για τις ιδιαιτερότητές τους επιβαρύνει την ψυχολογία τους.
Ο Επίτροπος Οικογένειας και Παιδιού στο Queensland, Luke Twyford, σημειώνει ότι η αύξηση της κατ’ οίκον εκπαίδευσης αντικατοπτρίζει την αυξανόμενη ευαισθησία των γονιών στην ψυχική υγεία των παιδιών. «Υπάρχει μια γενικότερη κοινωνική στροφή, όπου αμφισβητούμε τις παραδοσιακές μεθόδους εκπαίδευσης», δηλώνει.
Η δρ. Ίνγκλις πιστεύει ότι το μέλλον θα φέρει περισσότερη «παιδοκεντρική» μάθηση, όχι μόνο στα σπίτια, αλλά και στα σχολεία που θα αναγκαστούν να προσαρμοστούν.
(*) Τα στοιχεία αντλήθηκαν από την αίθουσα σύνταξης με αρχική συντάκτρια την Κατριόνα Στιρράτ, το ABC και το Πανεπιστήμιο της Κουηνσλάνδης