Ήταν μια μεγάλη γιορτή για τις μονάδες παραγωγής, αλλά, και για την εν γένει ιστορία του ποτού, που άρχισε στην πολιτεία, πριν από 200 χρόνια.
Η Τασμανία, ξεκίνησε νόμιμα να παράγει ουίσκι δύο χρόνια πριν από τη Σκωτία, γεγονός το οποίο δεν είναι ευρέως γνωστό. Οι φόβοι, ωστόσο, για την έλλειψη του κριθαριού, καθώς και η αποικιακή πολιτική σε σχέση με την παραγωγή προϊόντων, οδήγησαν στην απαγόρευση παραγωγής ουίσκι για 150 χρόνια.
Η απόσταξη στη Γη του Van Diemen ήταν παράνομη μέχρι το 1822, όταν ο τότε κυβερνήτης Lachlan Macquarie, αποφάσισε να νομιμοποιήσει την παραγωγή του ποτού, επειδή θεώρησε ότι έτσι θα ενίσχυε την παραγωγή σιτηρών και θα αύξανε τα έσοδα μέσω φόρων.
Η ιστορία παραγωγής ουίσκι στην Αυστραλία
Το πρώτο νόμιμο αποστακτήριο της Αυστραλίας, άνοιξε, αμέσως μετά, στους πρόποδες του όρους Wellington του Χόμπαρτ, το οποίο ονομάστηκε Sorell Distillery. Μέχρι το 1830, υπήρχαν επτά αποστακτήρια στο Χόμπαρτ. Πάνω από δώδεκα αποστακτήρια άνοιξαν, αξιοποιώντας το καθαρό νερό, το κριθάρι και την τύρφη του νησιού. Η έκρηξη του ουίσκι όμως ήταν βραχύβια.
Με το Σύδνεϋ, να αγωνίζεται να καλλιεργήσει κριθάρι, υπήρχαν ανησυχίες για έλλειψη τροφίμων. Περισσότεροι άνθρωποι έπιναν ουίσκι παρά μπύρα, γεγονός που επηρέασε την κερδοφορία της ζυθοποιίας Cascade, η οποία άνοιξε το 1825. Όλα άλλαξαν όταν ο Sir John Franklin έγινε κυβερνήτης.
Η σύζυγός του, Λαίδη Τζέιν Φράνκλιν, είπε χαρακτηριστικά: «Προτιμώ να ταΐζουν κριθάρι τους χοίρους, παρά να το χρησιμοποιούν για να μετατρέπουν τους άντρες σε χοίρους». Το 1839, η απόσταξη απαγορεύτηκε. Η παραγωγή ουίσκι άρχισε ξανά μετά από 150 χρόνια, το 1992.
Τα σημερινά δεδομένα
Σήμερα, υπάρχουν 80 αποστακτήρια στην Τασμανία, που παράγουν μερικά από τα καλύτερα ουίσκι στο κόσμο. Το 2023, τα ουίσκι της Τασμανίας, συνεχίζουν να κερδίζουν παγκόσμια βραβεία, αλλά αποτελούν μια αναδυόμενη βιομηχανία, όσον αφορά στον όγκο παραγωγής.
Στη Σκωτία, η βιομηχανία του ουίσκι υπολογίζεται στα $11 δισεκατομμύρια σε ετήσιες εξαγωγές. Κατ’ αντιπαραβολή, η αντίστοιχη βιομηχανία της Τασμανίας, προβλέπεται ότι μέχρι το 2030 θα έχει ετήσιο κύκλο εργασιών $500 εκατομμύρια.