Η μέση τιμή των κατοικιών, στην Αυστραλία, ανέρχεται, πλέον, σε 888.941 δολάρια, σύμφωνα με την έκθεση της εταιρείας αναλύσεων ακινήτων Cotality, η οποία δημοσιεύθηκε σήμερα.
Ο διευθυντής έρευνας της Cotality, Tim Lawless, δήλωσε ότι η ελαφρά μείωση του Νοεμβρίου, σε σχέση με τον Οκτώβριο, θα μπορούσε να σηματοδοτεί μια αλλαγή στην δυναμική.
«Φαίνεται πραγματικά να είναι ένα πολύ μικτό αποτέλεσμα, μια αγορά δύο ταχυτήτων που αρχίζει να αναδύεται και πάλι», σημείωσε χαρακτηριστικά ο κ. Lawless.
Οι μικρότερες πόλεις παρουσιάζουν μεγαλύτερη αύξηση
Σε μηνιαία βάση, η ανάπτυξη στο Σύδνεϋ επιβραδύνθηκε από 0,7% σε 0,5%, ενώ η Μελβούρνη, έπεσε από το 0,9% τον Οκτώβριο, στο 0,3% τον Νοέμβριο.
Εν τω μεταξύ, οι μεσαίου μεγέθους πρωτεύουσες σημείωσαν άνοδο.
Η Βρισβάνη, έγινε η δεύτερη πόλη της Αυστραλίας που ξεπέρασε το φράγμα του 1 εκατομμυρίου δολαρίων ως μέση τιμή κατοικίας, με άνοδο 1,9% στο 1.015.767 δολάρια, ενώ η Αδελαΐδα, σημείωσε άνοδο κατά το ίδιο ποσοστό και το Περθ επιτάχυνε σε 2,4%.
Η αύξηση των τιμών στην Καμπέρα, το Χόμπαρτ και το Ντάργουιν κινήθηκε κατά 1%, 1,2% και 1,9% αντίστοιχα.
Η άνοδος των τιμών των κατοικιών συμπίπτει και με την αναζωπύρωση του πληθωρισμού, γεγονός που διαψεύδει τις ελπίδες για περαιτέρω μειώσεις των επιτοκίων από την Κεντρική Τράπεζα.
Έχουν εξανεμιστεί τα οφέλη μείωσης των επιτοκίων
Οι οικονομολόγοι προβλέπουν όλο και περισσότερο, ότι η Κεντρική Τράπεζα θα μπορούσε ακόμη και να αυξήσει τα επιτόκια το επόμενο έτος.
«Θα πρέπει να θεωρήσουμε ότι οι προκλήσεις του Σύδνεϋ σε ό,τι αφορά στην οικονομική προσιτότητα και τη δυνατότητα εξυπηρέτησης γίνονται εμφανείς σε αυτά τα στοιχεία, και πιθανώς να θέτουν ένα φυσικό ανώτατο όριο στο πόσο ψηλά μπορούν να φτάσουν οι τιμές», επεσήμανε ο κ. Lawless.
«Αυτό μπορεί να είναι το πρώτο σημάδι ότι οι αγορές αρχίζουν να ανταποκρίνονται σε αυτή την ανανεωμένη αποδοχή πως τα επιτόκια δεν είναι πιθανό να μειωθούν περαιτέρω, τουλάχιστον για τους επόμενους έξι μήνες» πρόσθεσε.
Ήδη, ο αντίκτυπος της μείωσης των επιτοκίων κατά 0,75% από τον Φεβρουάριο, έχει αρχίσει να εξασθενεί.
Ο διευθυντής έρευνας της Cotality, Tim Lawless, εκτίμησε ότι οι μειώσεις αύξησαν τη δανειοληπτική ικανότητα ενός νοικοκυριού μεσαίου εισοδήματος κατά 55.000 δολάρια. Ωστόσο, έκτοτε, η αξία των κατοικιών έχει αυξηθεί κατά 60.000 δολάρια.
Δύσκολα τα πράγματα και για ενοικιαστές
Για τους ενοικιαστές, οι προοπτικές συνεχίζουν να είναι αρνητικές όσον αφορά στην οικονομική προσιτότητα. Τα ενοίκια αυξάνονται σε όλες τις πρωτεύουσες, με τον εθνικό δείκτη ενοικίων να είναι 5% υψηλότερος τους τελευταίους 12 μήνες, που ισοδυναμεί με το υψηλότερο ετήσιο ποσοστό αύξησης σε ένα έτος.
«Είναι σίγουρα κακές ειδήσεις για τους ενοικιαστές, και έρχονται σε μια περίοδο που τα ποσοστά κενών κατοικιών κυμαίνονται γύρω στο 1,5%, που είναι σχεδόν σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα», δήλωσε ο κ. Lawless.
Η πρόσφατη έκθεση της Cotality
Η Αυστραλία αντιμετωπίζει μια συνεχιζόμενη έλλειψη προσφοράς, και οι περιορισμοί δυνατοτήτων υλοποίησης έργων για τους κατασκευαστές, εμποδίζουν τις κυβερνητικές πολιτικές για την ενίσχυση του αποθέματος κοινωνικών και οικονομικά προσιτών κατοικιών, όπως και την κατασκευή κατοικιών προς ενοικίαση.
Η ζήτηση αναμένεται να μειωθεί κάπως, καθώς τα επίπεδα μετανάστευσης ομαλοποιούνται και οι ενοικιαστές σχηματίζουν όλο και μεγαλύτερα νοικοκυριά ή παραμένουν στο οικογενειακό σπίτι για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα, ώστε να αντιμετωπίσουν τα υψηλότερα ενοίκια.
Σε πρόσφατη έκθεση της εταιρίας Cotality, διαπιστώθηκε ότι το κόστος τόσο της αγοράς, όσο και της ενοικίασης, έχει ανέλθει σε επίπεδα που είναι απρόσιτα για πολλούς Αυστραλούς, χωρίς να διαφαίνεται καμία ανακούφιση στον ορίζοντα.
Η «εξαιρετική αύξηση» της ζήτησης, όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά στην έκθεση, σε συνδυασμό με τον περιορισμένο εφοδιασμό νέων σπιτιών, οδήγησε σε έκρηξη των τιμών των κατοικιών και των ενοικίων στην Αυστραλία, τα τελευταία πέντε χρόνια.
Από τον Μάρτιο του 2020, οι τιμές των κατοικιών έχουν αυξηθεί κατά 47,3%, προσθέτοντας περίπου 280.000 δολάρια στη μέση τιμή των κατοικιών. Την ίδια στιγμή, όμως, το μέσο ετήσιο εισόδημα των νοικοκυριών, αυξήθηκε μόλις 15% στις 104.390 δολάρια.




