Η απαρχή ενός εμβληματικού έργου: Η κατασκευή της Όπερας του Σύδνεϋ

Building Opera House

Η Όπερα του Σύδνεϋ κατασκευάστηκε από κεφάλαια που συγκεντρώθηκαν από την Κρατική Λοταρία της Νέας Νότιας Ουαλίας. Credit: J. R. T. Richardson/Getty Images

Χρειάστηκε να ξεπεραστούν τεχνικά και πολιτικά εμπόδια για να κατασκευαστεί τελικά ένα έργο που έμελλε να αλλάξει για πάντα το πρόσωπο της αυστραλιανής αρχιτεκτονικής και να γίνει παγκόσμιο σύμβολο πολιτισμού. Πρόκειται για την Όπερα του Σύδνεϋ που συνεχίζει δεσπόζει επιβλητική στο λιμάνι της πόλης.


Στις 2 Μαρτίου 1959, παρά τη βροχή, πλήθος κόσμου συγκεντρώθηκε με ομπρέλες για να παρακολουθήσει την τελετή που σηματοδότησε την έναρξη των έργων κατασκευής της Όπερας του Σύδνεϋ.

Ο Δανός αρχιτέκτονας Γιερν Ούτσον (Jørn Utzon) είχε φτάσει στην Αυστραλία μόλις μία εβδομάδα νωρίτερα, φέρνοντας μαζί του μια μπρούτζινη πλακέτα, την οποία τοποθέτησε στο ακριβές σημείο όπου διασταυρώνονταν οι άξονες των δύο αιθουσών του εμβληματικού κτιρίου.

Ο τότε Πρωθυπουργός της Νέας Νότιας Ουαλίας, Τζόζεφ Κάχιλ, την κάρφωσε επίσημα στη θέση της, και οι εργασίες ξεκίνησαν αμέσως με κομπρεσέρ. Η πλακέτα παραμένει ακόμη και σήμερα στα σκαλοπάτια του κτιρίου.

Για τον 68χρονο τότε Κάχιλ, ο οποίος αποτέλεσε τον μακροβιότερο πρωθυπουργό της πολιτείας, η στιγμή είχε ιδιαίτερη βαρύτητα. Ήταν εκείνος που στήριξε όσο κανείς το έργο, ιδίως μετά το 1956, όταν ο Σερ Γιουτζίν Γκούσενς εγκατέλειψε την Αυστραλία.

Ο Κάχιλ είχε επενδύσει σημαντικό πολιτικό κεφάλαιο για την προώθηση του έργου και πέρασε τα τελευταία δύο χρόνια υπερασπιζόμενος το κόστος του κτιρίου.

Το 1957 δήλωνε στο κοινοβούλιο: «Σε μια νέα χώρα σαν τη δική μας, πρέπει να δείξουμε θάρρος... Αν χρειαστεί, ας δεσμεύσουμε το μέλλον».

Μη αναμενόμενα εμπόδια

Κατά την έναρξη της πρώτης φάσης της κατασκευής, οι μηχανικοί αντιμετώπισαν δύο σοβαρά προβλήματα. Πρώτον, η γεωλογία του Μπένελονγκ Πόιντ δεν είχε μελετηθεί επαρκώς.

Είχε υποτεθεί ότι, όπως και η γύρω περιοχή, αποτελείτο από συμπαγή ψαμμίτη Hawkesbury.

Στην πραγματικότητα, όμως, το έδαφος ήταν ασταθές, με προσχώσεις και θαλασσινό νερό, ακατάλληλο να υποστηρίξει το βάρος του οικοδομήματος.
Sydney Opera House
10 Δεκεμβρίου 1963: Η οροφή της Όπερας σχεδιάστηκε από τον Δανό αρχιτέκτονα Jorn Utzon και ολοκληρώθηκε το 1973. Credit: J. R. T. Richardson/Getty Images
Για να αντιμετωπιστεί αυτό, άνοιξαν περίπου 700 χαλύβδινοι πυλώνες από μπετόν διαμέτρου σχεδόν ενός μέτρου γύρω από την περίμετρο και το βόρειο τμήμα του εργοταξίου, ενώ στο κέντρο τοποθετήθηκαν μαζικά θεμέλια.

Οι εργασίες αυτές δεν είχαν συμπεριληφθεί στον αρχικό προϋπολογισμό, οδηγώντας το έργο σε μεγάλες υπερβάσεις από την αρχική εκτίμηση των 3,5 εκατομμυρίων λιρών.

Το δεύτερο πρόβλημα ήταν η άγνοια του ακριβούς βάρους της οροφής, το οποίο άλλαξε πολλές φορές τα επόμενα χρόνια. Τα σημεία στήριξης δεν ήταν ακόμη σαφώς καθορισμένα, γεγονός που καθιστούσε αδύνατο τον υπολογισμό των φορτίων.

Ιδανικά, θα έπρεπε πρώτα να λυθούν τα προβλήματα σχεδιασμού πριν ξεκινήσει η κατασκευή. Όμως ο Κάχιλ ήθελε να ξεκινήσει όσο το δυνατόν πιο γρήγορα, φοβούμενος ότι η γραφειοκρατία ή οι πολιτικοί του αντιπάλοι, θα καθυστερούσαν ή θα ανέτρεπαν το έργο.

Είχε επανεκλεγεί οριακά τον Μάρτιο του 1959 και ήταν ήδη 68 ετών. Επτά μήνες αργότερα κατέρρευσε σε συνεδρίαση του Κοινοβουλίου και πέθανε την επόμενη μέρα. Λίγο πριν φύγει από τη ζωή, ζήτησε από τον υπουργό Δημοσίων Έργων, Νόρμαν Ράιαν – πρώην ηλεκτρολόγο μηχανικό, να διασφαλίσει ότι το έργο δεν θα εγκαταλειφθεί.

Παρά την πρόωρη εκκίνηση και τις τεχνικές ασάφειες, η ώθηση που έδωσε ο Κάχιλ αποδείχθηκε καθοριστική και το έργο είχε πλέον αμετάκλητα ξεκινήσει.

Tο αρχιτεκτονικό μεγαλείο

Από τον Μάρτιο του 1959, το εντυπωσιακό βάθρο άρχισε να αναδύεται στο τοπίο του Μπένελονγκ Πόιντ, μεταμορφώνοντας το ακρωτήρι και καθιστώντας το έργο τη μεγαλύτερη κατασκευή από σκυρόδεμα στο νότιο ημισφαίριο.

Ο συγγραφέας Πάτρικ Γουάιτ είχε περιγράψει το εργοτάξιο ως «μυκηναϊκά ερείπια». Η πρώτη φάση ολοκληρώθηκε τον Φεβρουάριο του 1963, με δύο χρόνια καθυστέρησης και σχεδόν πέντε χρόνια μετά την έναρξη των έργων. Παρά την πρόοδο, το σχέδιο της οροφής συνέχιζε να απαιτεί σοβαρές τροποποιήσεις.

Ωστόσο, οι κάτοικοι του Σύδνεϋ άρχισαν να συνειδητοποιούν τη σπουδαιότητα του πολιτιστικού αυτού επιτεύγματος.

Η ιστορία πίσω από την κατασκευή της Όπερας που κράτησε πάνω από 15 χρόνια, μονοπώλησε τα πρωτοσέλιδα της εποχής και έφερε αντιμέτωπους το καλλιτεχνικό όραμα του αρχιτέκτονα Γιερν Ούτσον με την πολιτική και τις οικονομικές πιέσεις της κυβέρνησης της Νέας Νότιας Ουαλίας.
Οι συνεχώς αυξανόμενες δαπάνες και οι καθυστερήσεις άρχισαν να προκαλούν δημόσια δυσαρέσκεια και πολιτική ένταση.

Στις πολιτειακές εκλογές του Μαΐου 1965, μετά από 24 χρόνια στην εξουσία, το Εργατικό Κόμμα ηττήθηκε από τη συμμαχία Φιλελεύθερων–Αγροτικού Κόμματος. Ο ηγέτης του Αγροτικού Κόμματος, Ντέιβις Χιουζ, ανέλαβε υπουργός Δημοσίων Έργων.

Ο Χιουζ διαφώνησε με αυτό που θεωρούσε χαοτική διαχείριση του έργου από πλευράς Ούτσον και διέκοψε τη χρηματοδότηση, με αποτέλεσμα ο αρχιτέκτονας να μην μπορεί να πληρώσει ούτε τους συνεργάτες του.

Στις 28 Φεβρουαρίου 1966, ο Ούτσον είχε συνάντηση με τον υπουργό ζητώντας την εκταμίευση 103.000 δολαρίων που του οφείλονταν. Ο Χιουζ αρνήθηκε να εγκρίνει την πληρωμή, και ο Ούτσον, χωρίς άλλη επιλογή, υπέβαλε την παραίτησή του. Η παραίτηση έγινε αμέσως αποδεκτή.

Ακολούθησαν διαδηλώσεις στους δρόμους του Σύδνεϋ, με αρχιτέκτονες, καλλιτέχνες και συνδικαλιστές να ζητούν την επιστροφή του. Έγιναν απόπειρες να υπάρξει συμφωνία μεταξύ του ίδιου και της κυβέρνησης, χωρίς αποτέλεσμα.

Ο Γιερν Ούτσον έφυγε από την Αυστραλία με την οικογένειά του στις 28 Απριλίου 1966 και δεν επέστρεψε ποτέ ξανά για να δει ολοκληρωμένο το αρχιτεκτονικό του αριστούργημα.

Μετά την παραίτηση του Ούτσον, η κυβέρνηση ανέθεσε την ολοκλήρωση του έργου σε μια αρχιτεκτονική επιτροπή αποτελούμενη από τον Πίτερ Χολ (υπεύθυνος σχεδιασμού), τον Λάιονελ Τοντ (επίβλεψη) και τον Ντέιβιντ Λίτλμορ (τεκμηρίωση). Οι τρεις τους εργάστηκαν υπό τον κρατικό αρχιτέκτονα Τεντ Φάρμερ για να φέρουν εις πέρας το εγχείρημα.

Τελικά, στις 20 Οκτωβρίου 1973, η Όπερα του Σύδνεϋ εγκαινιάστηκε επίσημα από τη Βασίλισσα Ελισάβετ Β’. Η ολοκλήρωση του έργου καθυστέρησε δέκα ολόκληρα χρόνια και το τελικό κόστος έφτασε τα 102 εκατομμύρια δολάρια, δεκατέσσερις φορές πάνω από τον αρχικό προϋπολογισμό.

Σήμερα η Όπερα του Σύδνεϋ αποτελεί σημείο αναφοράς σε ένα λιμάνι που κατά πολλούς είναι το ομορφότερο του κόσμου.

Share
Follow SBS Greek

Download our apps
SBS Audio
SBS On Demand

Listen to our podcasts
Independent news and stories connecting you to life in Australia and Greek-speaking Australians.
Stories from Australians who served in World War II, including some who are no longer with us.
Get the latest with our exclusive in-language podcasts on your favourite podcast apps.

Watch on SBS
Greek News

Greek News

Watch it onDemand