Έχουν περάσει πάνω από 25 χρόνια από τότε που η Ταχέρα Νάσρατ αναγκάστηκε να εγκαταλείψει το Αφγανιστάν.
«Δούλευα με τους Γιατρούς Χωρίς Σύνορα, όταν έπρεπε να φύγουμε από το Αφγανιστάν, όχι από επιλογή, αλλά από ανάγκη. Αναγκαστήκαμε να φύγουμε», αναφέρει χαρακτηριστικά.
Φοβούμενη ότι η εργασία της με μια διεθνή οργάνωση θα την καθιστούσε στόχο των Ταλιμπάν, κατέφυγε αρχικά στο Πακιστάν.
«Ήμουν πολύ φοβισμένη, φυσικά. Επειδή είμαι γυναίκα, και σύμφωνα με τις πεποιθήσεις των Ταλιμπάν, μια μουσουλμάνα γυναίκα δεν μπορεί να δουλεύει με ξένους. Αναγκάστηκα να αφήσω οικογένεια, φίλους, πατρίδα, αναμνήσεις. Ό,τι πίστευα ότι μου ανήκει, το άφησα πίσω», σημειώνει μεταξύ άλλων.
Το ταξίδι της ως πρόσφυγα την οδήγησε τελικά στην Αυστραλία, όπου σήμερα ζει και εργάζεται στην Parramatta του δυτικού Σύδνεϋ ως λογίστρια και σύμβουλος επιχειρήσεων.
Είναι η ιδρύτρια του Afghan Peace Foundation, μιας οργάνωσης που προσφέρει οικονομική καθοδήγηση και στήριξη για εύρεση εργασίας σε άτομα με προσφυγικό υπόβαθρο.
«Κάνουμε πολλή δουλειά για να βοηθήσουμε πρόσφυγες να συνδεθούν με θέσεις εργασίας. Όταν ένας πρόσφυγας έρχεται σε μια νέα χώρα, αντιμετωπίζει μεγάλο τραύμα. Ο ρόλος μου είναι να εκπαιδεύω», αναφέρει.
Η Ταχέρα είναι μία από σχεδόν ένα εκατομμύριο ανθρώπους που εγκαταστάθηκαν στην Αυστραλία μέσω του προγράμματος προσφύγων και ανθρωπιστικής μετανάστευσης της χώρας από το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.
Η Ρεβέκκα Έκαρτ, διευθύντρια Πολιτικής και Έρευνας στο Συμβούλιο Προσφύγων της Αυστραλίας, λέει ότι η εκατομμυριοστή βίζα αναμένεται να εκδοθεί σύντομα.
«Πιστεύουμε ότι περίπου 998.000 βίζες είχαν εκδοθεί έως τον Ιούνιο φέτος. Έτσι, αναμένουμε ότι μέσα στους επόμενους μήνες θα εκδοθεί η εκατομμυριοστή βίζα. Αυτό σημαίνει ότι, τα τελευταία 80 χρόνια, έχουμε επωφεληθεί από ανθρώπους που έφτασαν μέσω του προγράμματός μας», είπε.
Στα πέντε χρόνια μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, η Αυστραλία υποδέχτηκε πάνω από 170.000 Ευρωπαίους πρόσφυγες.
Ο πόλεμος του Βιετνάμ οδήγησε επίσης σε μεγάλη εισροή, με 100.000 εγκαταστάσεις μέσα σε δέκα χρόνια.
Στη δεκαετία του 1980, η ετήσια εισδοχή αυξήθηκε σε 22.000, ενώ τη δεκαετία του 1990 εισήχθη Ειδική Θεώρηση Βοήθειας για πρόσφυγες από την πρώην Γιουγκοσλαβία, το Ανατολικό Τιμόρ, τον Λίβανο και το Σουδάν.
Αργότερα, το ενδιαφέρον στράφηκε προς πρόσφυγες από τη Μέση Ανατολή, την Αφρική και την περιοχή Ασίας-Ειρηνικού, με ετήσια εισδοχή 12.000 Σύρων και Ιρακινών προσφύγων από το 2015.
Ο καθηγητής Ντάνιελ Γκεζελμπάς, διευθυντής του Κέντρου Kaldor για το Διεθνές Δίκαιο των Προσφύγων, λέει ότι αυτό το ορόσημο είναι επίσης ευκαιρία για αναστοχασμό.
Να σημειωθεί πως το ανθρωπιστικό πρόγραμμα της Αυστραλίας χωρίζεται σε δύο βασικές κατηγορίες:
Από το 1947 έως το 2023, πάνω από 850.000 μόνιμες βίζες δόθηκαν σε άτομα που υπέβαλαν αίτηση εκτός Αυστραλίας, ενώ περίπου 81.000 σε άτομα που ζήτησαν προστασία μετά την άφιξή τους στη χώρα.
Ο καθηγητής Γκεζελμπάς λέει ότι η προσέγγιση της Αυστραλίας δεν είναι συνεπής.
«Το σχετικά γενναιόδωρο πρόγραμμα επανεγκατάστασης έρχεται σε μεγάλη αντίθεση με τον τρόπο που αντιμετωπίζουμε τους αιτούντες άσυλο. Εκεί εντοπίζονται οι μεγαλύτερες ανησυχίες και επικρίσεις για την πολιτική μας», είπε.
Το 2001 η Αυστραλία εφάρμοσε πολιτική εξωχώριας επεξεργασίας για όσους αιτούνται άσυλο φτάνοντας με βάρκες, ενώ το 2013 τροποποιήθηκε ο νόμος ώστε να απαγορεύεται μόνιμη βίζα σε όσους φτάνουν δια θαλάσσης.
Η πολιτική αυτή έχει διακομματική στήριξη από το 2012, αλλά ο καθηγητής σημειώνει ότι έχει προκαλέσει διεθνή κατακραυγή.
Καθώς η Αυστραλία ετοιμάζεται να υποδεχθεί τον εκατομμυριοστό πρόσφυγά της με μόνιμη βίζα, ο καθηγητής επισημαίνει ότι υπάρχει επείγουσα ανάγκη για μεταρρυθμίσεις.




