Τον Μάρτιο του 2019, μερικές χιλιάδες άνδρες και οι οικογένειές τους κατήλθαν από τους χαμηλούς λόφους, γύρω από τον ποταμό Ευφράτη, στην ανατολική Συρία, και παραδόθηκαν στους Κούρδους μαχητές που τους καταδίωκαν στην έρημο.
Πεινασμένοι, ρακένδυτοι και πληττόμενοι από εκτεταμένες αεροπορικές επιδρομές, που διεξήγαγαν εναντίον τους χώρες όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες, το Ηνωμένο Βασίλειο και η Αυστραλία, αυτά τα απομεινάρια του λεγόμενου ‘Ισλαμικού Κράτους’, τέθηκαν υπό κράτηση σε στρατόπεδα και φυλακές, όπου οι περισσότεροι παραμένουν μέχρι σήμερα. Στο γειτονικό Ιράκ, πολλοί εκτελέστηκαν.
Πολλοί πίστευαν ότι αυτό ήταν το τέλος του ‘Ισλαμικού Κράτους’, της τρομοκρατικής οργάνωσης που κυβερνούσε μεγάλα τμήματα του Ιράκ και της Συρίας με το «χαλιφάτο» της, με περίπου 60.000 μαχητές, πολλοί από τους οποίους ήταν νεοσύλλεκτοι από όλο τον κόσμο.
Η οργάνωση, που υιοθέτησε μια ακραία ερμηνεία του ιστορικού Ισλάμ, είχε διαπράξει γενοκτονίες εναντίον εθνοτικών μειονοτήτων, είχε απαγάγει γυναίκες για σεξουαλική εκμετάλλευση, είχε εκτελέσει βάναυσα στρατιώτες, δημοσιογράφους και εργαζόμενους σε ανθρωπιστικές οργανώσεις, ενώ είχε καταστρέψει πολύτιμα και πανάρχαια ιστορικά μνημεία.
Ηττήθηκε, αλλά, δεν εξαλείφθηκε
Η παγκόσμια στρατηγική της περιλάμβανε τη ριζοσπαστικοποίηση των μουσουλμάνων στη Δύση, και την ενθάρρυνσή τους να διαπράξουν τρομοκρατικές επιθέσεις, ανάμεσα σε άλλες χώρες, και στην Αυστραλία.
Παρόλο που το ‘Ισλαμικό Κράτος’ ηττήθηκε, δυστυχώς, δεν εξαλείφθηκε.
Από έναν μόνιμο στρατό δεκάδων χιλιάδων ανδρών, έφτασε να έχει περίπου 1.500 έως 3.000 μαχητές στη Συρία και το Ιράκ, αλλά αύξησε τον αριθμό των μαχητών στις θυγατρικές του οργανώσεις στην Αφρική και το Αφγανιστάν.
Σήμερα, η οργάνωση φαίνεται να χρησιμοποιεί ένα «υβριδικό μοντέλο», που επιτρέπει στις τοπικές ομάδες να έχουν επιχειρησιακή αυτονομία, ενώ η ηγεσία του ‘Ισλαμικού Κράτους’, διατηρεί τον ιδεολογικό έλεγχο και ένα βαθμό εποπτείας.
Μετά την ήττα του χαλιφάτου της, και την τελική δολοφονία του ηγέτη της, Αμπού Μπακρ αλ Μπαγκντάντι, από τις ειδικές δυνάμεις των ΗΠΑ, στη Συρία, τον Οκτώβριο του 2019, το ‘Ισλαμικό Κράτος’ εξαφανίστηκε από τις ειδήσεις.
Το ‘Ισλαμικό Κράτος’ έχει αυξήσει δραματικά την παρουσία του στην Αφρική, εκμεταλλευόμενο την αστάθεια, τις οικονομικές κρίσεις και τις αποτυχίες στον τομέα της ασφάλειας, για να δημιουργήσει παρακλάδια σε περιοχές όπως το Σαχέλ (Κεντρική Αφρική), η Δυτική Αφρική και η Σομαλία.
Στρατολόγηση και ριζοσπαστικοποίηση
Διατηρεί την ικανότητα να εμπνέει και να κατευθύνει τρομοκρατικές επιθέσεις σε όλο τον κόσμο, όπως στη Σρι Λάνκα, το 2019, στο Ιράν, τη Μόσχα και τη Νέα Ορλεάνη των ΗΠΑ, το 2024.
Τώρα, ήρθε και η σειρά της Αυστραλίας, με την πρόσφατη τρομοκρατική επίθεση, στην παραλία Μπόνταϊ με τα 15 θύματα.
Η Αυστραλία δεν είναι απρόσβλητη από τις προσπάθειες του ‘Ισλαμικού Κράτους’ να χρησιμοποιήσει διαδικτυακές πλατφόρμες για να επηρεάσει και να ριζοσπαστικοποιήσει ανθρώπους, ιδίως νεαρής ηλικίας.
Άτομα που έχουν ριζοσπαστικοποιηθεί από την οργάνωση ή έλκονται από την ιδεολογία της, μπορούν να λάβουν εκπαίδευση στη χρήση όπλων και εκρηκτικών μηχανισμών, σε μια από τις συνεργαζόμενες οργανώσεις, στις νότιες Φιλιππίνες, όπου η οργάνωση Αμπού Σαγιάφ, διατηρεί μια μακροχρόνια εξέγερση εναντίον των εκάστοτε κυβερνήσεων της Μανίλας. Κάτι που πιθανόν έκαναν και οι δράστες της επίθεσης στο Μπόνταϊ.
Τη στιγμή που η Αυστραλία, και άλλες χώρες, στρέφουν, εκ νέου, την προσοχή τους στο ‘Ισλαμικό Κράτος’, οι αναλυτές πιστεύουν ότι η οργάνωση θα συνεχίσει να εκμεταλλεύεται την αστάθεια, την ανισότητα και την απόσπαση της προσοχής της Δύσης σε περιοχές κρίσης, προκειμένου να εδραιώσει και να ενισχύσει την επιρροή και τις δραστηριότητές της.
Τέλος, οι τουρκικές αρχές ανακοίνωσαν, χθες, τη σύλληψη 115 ύποπτων μελών της οργάνωσης, που πιστεύεται ότι σχεδίαζαν μαζικές τρομοκρατικές επιθέσεις στη χώρα, την ημέρα των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς.